- ὕμνησα
- ὕ̱μνησα , ὑμνέωsing ofaor ind act 1st sgὑμνέωsing ofaor ind act 1st sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υμνώ — ύμνησα, υμνήθηκα, υμνημένος 1. ψάλλω ύμνο, δοξολογώ, εγκωμιάζω το Θεό με εκκλησιαστικό ύμνο: Στις εκκλησίες υμνούμε τον Κύριο. 2. μτφ., πλέκω το εγκώμιο κάποιου, εξυμνώ, εγκωμιάζω. Ύμνησε τις ομορφιές του ελληνικού τοπίου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ὑμνήσας — ὑμνήσᾱς , ὑμνέω sing of aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμνήσασα — ὑμνήσᾱσα , ὑμνέω sing of aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑμνήσασαν — ὑμνήσᾱσαν , ὑμνέω sing of aor part act fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υμνώ — υμνώ, ύμνησα βλ. πίν. 73 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ὕμνησ' — ὕμνησι , ὕμνησις lauding fem voc sg ὕ̱μνησα , ὑμνέω sing of aor ind act 1st sg ὕ̱μνησο , ὑμνέω sing of plup ind mp 2nd sg ὕ̱μνησο , ὑμνέω sing of perf imperat mp 2nd sg ὕ̱μνησε , ὑμνέω sing of aor ind act 3rd sg ὕ̱μνησαι , ὑμνέω sing of perf ind… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)